EΡΩΤΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ – ΕΠΙΣΤΟΛΗ
στη Louise
de Coligny-Chatillon
…………………………………….
Νimes ,
11 Μαρτίου , 1915
Από εσένα
για πολύ καιρό
δεν έχω πια
ειδήσεις
Μα σε
αναμνήσεις τόσης γλύκας εσύ
είσαι
μπερδεμένη
Λου έρωτα
μου μακρινέ εσύ
θεότητά μου
Πονάς που
ο θαυμαστής σου
την ομορφιά σου
έχει
λατρέψει
Σήμερα ήρθε
η ώρα της
τρανής επιθεώρησης
Κι ύστερα
Λου έρωτά μου
γλυκέ εμείς θα
αναχωρήσουμε
Είναι πια
θέμα ημερών ύστερα πια δε θα
σε ξαναδώ
Δε θα
ξαναγυρίσουν οι όμορφες
οι περασμένες
μέρες
Να’ ξερες
έρωτά μου αν
ακόμα μ’ αγαπάς
Οι τρομπέτες
του απογεύματος πόσο αργά
στενάζουν
Και στη
φωτογραφία σου μπροστά
μου ω Λου
μου
λατρεμένη
Μοιάζεις ακόμα
σα να χαμογελάς
πάντα στον
εραστή
σου
Για σένα
όλα τ’ αγνοώ τι
έχεις απογίνει ;
Είσαι ζωντανή
έχεις πεθάνει άραγες
έχεις αρνηθεί
τον
έρωτα
που υποσχέθηκες
μια μέρα στον
πυροβολητή ;
Πώς θα’ θελα
να ξεψυχήσω σε
άγνωστη ακτή
Πώς θα’ θελα
να ξεψυχήσω μέσα στην
όμορφη
Ανατολή
Σα Σταυροφόρος
περήφανος μπαίνοντας μες
στην
Κωσταντινούπολη
Με την
εικόνα σου στο
χέρι χαμογελώντας
να
πεθαίνω
Μπρός στη
γλυκιά τη θάλασσα
τόσο γαλάζια και
κοκκινωπή
Ω Λου
μεγάλε πόνε μου
ω Λου θρυμματισμένη
μου
καρδιά
Σαν ένας
ήχος γλυκιάς χορωδίας
η φωνή σου
ακούγεται
και αντηχεί
Το κοίταγμά
σου λίγο μαλακώνει
και μαζί του
εγώ
μεθώ
Σε ξαναβλέπω
μακριά μακριά και σε θαυμάζω
Φιλάω τα
μαλλιά σου μοναδικέ
μου θησαυρέ
Το πρώτο
έπαθλο που η
αγάπη σου το
έδωσε σε
μένα
Ανάμνησή μου
η φωνή σου απομακρύνεται ω ήχε
χορωδίας
γλυκιάς
Η ζωή
μου είναι ένα
βιβλίο όμορφο και
τις σελίδες
του
γυρνάμε
…..αντίο Λου
μου τα δάκρυα
μου κυλούν…δε θα
σε ξαναδώ ποτέ….ανάμεσα σε
μας τους δυο….Λου
μου…υψώνεται η σκιά…
Και καμιά
φορά να θυμάσαι
τον καιρό που
μ΄αγαπούσες
Η ώρα
Κλαίει
τρεις
φορές
στις δεκατρείς
και τριάντα … θα πάμε
στον ταγματάρχη …να
μας πει αν
θα ετοιμαστούμε για
αναχώρηση…γυρίζοντας θα τραγουδάμε…
Πιάστε τους
απ΄τα πλευρά
Ρανταπλάν Ρανταπλάν
Διάβαζε και
πυροβόλα
Φύλαξε με
προσοχή Λου όλα τα γράμματα
που
έγραψες
για μένα
Εσύ να
είσαι ο θεματοφύλακάς
τους
Πρέπει σε
μένα να τα
δώσεις ότι κι
αν συμβεί
Εκτός κι
αν πεθάνω
Κάτι που
ίσως και να
γίνει
Λου μου
αγαπημένη μου έχω
τα χείλια μου
γεμάτα
με φιλιά δικά
σου
Σε φίλαγα
πάνω στα μάτια
στα μαλλιά
Παντού άγρια
φιλιά ξετρελαμένα
Έρωτας από
κρύσταλλο του Baccarat
Έρωτας σπασμένος
σε χίλια κομματάκια
Ποιος θαυμαστός
υαλουργός
Θα
μπορούσε να τον
επισκευάσει ;
Ακούω τον
άνεμο να παραπονιέται
πάνω από τις
ξέρες
Και εκατό
χιλιάδες φορές να
ροχαλίζει η
κουρασμένη στρατώνα
Σα να
πεθαίνει κλαίει ο
σκύλος όπως η
ματωμένη
μου
καρδιά
Tα έχω
χάσει όλα εκτός
απ’ την τιμή μου
όπως
παλιά
στο Μarignan
Έχω χάσει
τους έρωτές μου
ποιος ξέρει πού
να
πήγαν
Άραγες απ’ αυτούς ακούω τα απεγνωσμένα βογγητά ;
Ω βαρύ
κεφάλι μέτωπο που
καίει μάτια μου
μελαγχολικά
Ω πορφυρό
μέλλον αμέθυστο πετράδι
Τροχιές της
ζωής που η
καρδιά μου τις
ακολουθεί
Σαν την
οβίδα που έχουν
ρίξει και διασχίζει
τον
άνεμο
Η νύχτα
είναι ώρα ευνοϊκή
γι’ αυτόν που
υποφέρει
Δοκίμασα το
πιο καλό τώρα
και το χειρότερο
θα
δοκιμάσω
Εγώ σε
αγαπώ Λου όπως
με είχαν αγαπήσει
Κι όταν
θα’ χεις γεράσει παιδί
της καρδιάς μου
ψυχή
μου
Να με
θυμάσαι καμιά φορά
και μένα
Λου με
διαπερνά…και το’ χω μέσα
στην καρδιά…το ματωμένο
βέλος…που έρχεται από
σένα…
Αντίο Λου
μου αγαπημένη που σ’
αγαπώ ατέλειωτα
Αν φύγω
δίχως ν’ ανταμωθούμε
Θα σου
στείλω τη διεύθυνσή
μου
Και αν
το θέλεις θα
μου γράψεις
Αντίο Λου
μου φιλάω τα
μαλλιά σου
Αντίο Λου
μου Αντίο
GUILLAUME APOLLINAIRE