Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014





EΡΩΤΙΚΟ  ΠΟΙΗΜΑΕΠΙΣΤΟΛΗ
στη  Louise  de  Coligny-Chatillon
…………………………………….







Νimes ,  11  Μαρτίου  , 1915

Από  εσένα  για  πολύ  καιρό  δεν  έχω  πια  ειδήσεις
Μα  σε  αναμνήσεις  τόσης  γλύκας εσύ  είσαι
     μπερδεμένη       
Λου  έρωτα  μου   μακρινέ  εσύ  θεότητά  μου
Πονάς   που  ο  θαυμαστής   σου  την ομορφιά  σου
     έχει  λατρέψει  
Σήμερα  ήρθε  η  ώρα  της  τρανής επιθεώρησης
Κι  ύστερα  Λου  έρωτά  μου  γλυκέ  εμείς  θα
     αναχωρήσουμε 
Είναι  πια  θέμα  ημερών ύστερα  πια  δε  θα  σε  ξαναδώ 
Δε  θα  ξαναγυρίσουν  οι  όμορφες  οι  περασμένες
     μέρες

Να’  ξερες  έρωτά  μου  αν  ακόμα  μ’ αγαπάς
Οι  τρομπέτες  του  απογεύματος  πόσο αργά  στενάζουν
Και  στη  φωτογραφία  σου  μπροστά  μου  ω  Λου
     μου  λατρεμένη
Μοιάζεις  ακόμα  σα  να  χαμογελάς  πάντα  στον
     εραστή  σου

Για  σένα  όλα  τ’ αγνοώ  τι  έχεις  απογίνει ;
Είσαι  ζωντανή  έχεις  πεθάνει  άραγες  έχεις  αρνηθεί
      τον  έρωτα
που  υποσχέθηκες  μια  μέρα  στον  πυροβολητή ;
Πώς  θα’ θελα   να  ξεψυχήσω  σε  άγνωστη  ακτή

Πώς  θα’ θελα  να  ξεψυχήσω μέσα  στην  όμορφη
     Ανατολή
Σα  Σταυροφόρος  περήφανος  μπαίνοντας    μες   
     στην  Κωσταντινούπολη         
    
Με  την  εικόνα  σου  στο  χέρι  χαμογελώντας
     να  πεθαίνω
Μπρός  στη  γλυκιά  τη  θάλασσα  τόσο  γαλάζια  και 
     κοκκινωπή

Ω  Λου  μεγάλε  πόνε  μου  ω  Λου  θρυμματισμένη
     μου  καρδιά
Σαν  ένας  ήχος  γλυκιάς  χορωδίας  η  φωνή  σου
     ακούγεται  και  αντηχεί
Το  κοίταγμά  σου  λίγο  μαλακώνει  και  μαζί  του
     εγώ  μεθώ
Σε  ξαναβλέπω  μακριά  μακριά  και  σε  θαυμάζω

Φιλάω  τα  μαλλιά  σου  μοναδικέ  μου  θησαυρέ
Το  πρώτο  έπαθλο  που  η  αγάπη  σου  το  έδωσε  σε 
      μένα
Ανάμνησή  μου  η  φωνή  σου απομακρύνεται  ω ήχε
     χορωδίας  γλυκιάς   
Η  ζωή  μου  είναι  ένα  βιβλίο  όμορφο  και  τις  σελίδες
     του  γυρνάμε

…..αντίο  Λου  μου  τα  δάκρυα  μου  κυλούν…δε  θα  σε  ξαναδώ  ποτέ….ανάμεσα   σε  μας  τους  δυο….Λου  μου…υψώνεται  η  σκιά…

Και  καμιά  φορά  να  θυμάσαι  τον  καιρό  που   μ΄αγαπούσες

Η  ώρα 
Κλαίει
τρεις
φορές

στις  δεκατρείς  και  τριάντα … θα  πάμε  στον  ταγματάρχη  …να  μας  πει  αν  θα  ετοιμαστούμε  για  αναχώρηση…γυρίζοντας  θα  τραγουδάμε…

Πιάστε  τους  απ΄τα  πλευρά
Ρανταπλάν  Ρανταπλάν
Διάβαζε  και  πυροβόλα

Φύλαξε  με  προσοχή  Λου  όλα  τα  γράμματα  που
     έγραψες  για  μένα
Εσύ  να  είσαι  ο  θεματοφύλακάς  τους
Πρέπει  σε  μένα  να  τα  δώσεις  ότι  κι  αν  συμβεί
Εκτός  κι  αν  πεθάνω
Κάτι  που  ίσως  και  να  γίνει
Λου  μου  αγαπημένη  μου  έχω  τα   χείλια  μου
     γεμάτα  με  φιλιά  δικά  σου
Σε  φίλαγα  πάνω  στα  μάτια  στα  μαλλιά
Παντού  άγρια  φιλιά  ξετρελαμένα
             Έρωτας  από  κρύσταλλο  του  Baccarat
             Έρωτας  σπασμένος  σε  χίλια  κομματάκια
             Ποιος  θαυμαστός  υαλουργός
             Θα  μπορούσε  να  τον  επισκευάσει ;
Ακούω  τον  άνεμο  να  παραπονιέται  πάνω  από  τις 
     ξέρες
Και  εκατό  χιλιάδες  φορές   να  ροχαλίζει  η 
     κουρασμένη   στρατώνα
Σα  να  πεθαίνει  κλαίει  ο  σκύλος  όπως  η  ματωμένη
     μου  καρδιά
Tα  έχω  χάσει  όλα  εκτός  απ’ την  τιμή  μου  όπως
     παλιά  στο  Μarignan

Έχω  χάσει  τους  έρωτές  μου  ποιος  ξέρει  πού  να 
     πήγαν
Άραγες  απ’ αυτούς ακούω τα απεγνωσμένα  βογγητά ;
Ω  βαρύ  κεφάλι  μέτωπο  που  καίει   μάτια μου
     μελαγχολικά
Ω  πορφυρό  μέλλον  αμέθυστο  πετράδι
Τροχιές  της  ζωής   που  η  καρδιά  μου  τις  ακολουθεί
Σαν  την  οβίδα  που  έχουν  ρίξει  και  διασχίζει  τον
     άνεμο
Η  νύχτα  είναι  ώρα  ευνοϊκή  γι’ αυτόν  που
     υποφέρει
Δοκίμασα  το  πιο  καλό  τώρα  και  το  χειρότερο
     θα  δοκιμάσω
Εγώ  σε  αγαπώ  Λου  όπως  με  είχαν  αγαπήσει
Κι  όταν  θα’ χεις  γεράσει  παιδί  της  καρδιάς  μου
     ψυχή  μου
Να  με  θυμάσαι  καμιά  φορά  και  μένα



Λου  με  διαπερνά…και  το’ χω  μέσα  στην  καρδιά…το  ματωμένο  βέλος…που  έρχεται  από  σένα…



Αντίο  Λου  μου  αγαπημένη  που  σ’ αγαπώ  ατέλειωτα
Αν  φύγω  δίχως  ν’ ανταμωθούμε
Θα  σου  στείλω  τη  διεύθυνσή  μου
Και  αν  το  θέλεις  θα   μου  γράψεις
Αντίο  Λου  μου  φιλάω  τα  μαλλιά  σου
Αντίο  Λου  μου  Αντίο




GUILLAUME APOLLINAIRE




ΠΟΤΑΜΕ ΜΟΥ

Ποταμέ μου σ' έχασα
Σαν τους κυνηγημένους δολοφόνους
που και στο γυάλισμα της κανάτας
βλέπουνε το στραφτάλισμα του δεσμοφύλακα
Στο μουχλιασμένο αυτό ξερόχωμα
βλέπω ότι ξερότοποι αγκαθεροί
χωρίς συγκρατημό θα με σκεπάσουν

Ήταν δροσιά και βεργίτσες σκύβανε στα νερά σου
ήτανε πεντακάθαρα τα χαλίκια
Πατάν τα πόδια μου στο βρωμονέρι, μύγες
κουνούπια, μιά μπόχα π' όνομα δεν έχει



Γιάννης Πατσώνης

……………………………………………..

TO AΣΠΡΟ ΧΩΜΑ

Το άσπρο χώμα
μου θυμίζει το θάνατο.
Μπορεί επειδή είναι ουδέτερο
ή γιατί θυμίζει χιόνια και παγωνιά,
ή γιατί και τα σάβανα
είναι πάντα λευκά.

Ίσως ακόμα
γιατί τη μέρα που έφυγες
φορούσες ένα άσπρο φουστάνι.



Περικλής Σφυρίδης
……………………………………….

ΕΙΜΑΙ ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΚΕΡΜΑ

Είμαι ένα μικρό κέρμα.
Τρέμω τη συσκευή
που θα με κάνει τραγούδι
να με τραγουδάς μ' όποιον κι όποιον.




Σπύρος Λαζαρίδης




…………………………………………


ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ

Oι γυναίκες αγαπάνε το φεγγάρι
το φεγγάρι αγαπάει την ερημιά
κι οι γυναίκες δεν το ξέρουν.




Κώστας Γαρίδης

………………………………………..






Στις φωλιές
των πουλιών
θερμαίνει
τις χούφτες του
ο Φλεβάρης
για να πλάσει
την Άνοιξη.



Ιωάννης Φριλίγκος


……………………………………………


Απέξω βρέχει
κι εγώ
που έλεγα
να στεγνώσω
τη μοναξιά μου
στο πάρκο



Γιάννης Παπαοικονόμου


……………………………………………







Το πολύχρωμο τοπίο του έρωτα
ανθόσπαρτο, λουλουδιασμένο
τι να τα κάνει τα φλύαρα ποιήματα
τι τα θέλει τα ποτάμια των λέξεων
αφού διαρκώς ανθοφορεί
μες στο χειμώνα;


Γιώργος Καραντώνης

..........................................................

ΤΑ ΑΓΡΙΜΙΑ

Γιατί κάποτε γλυκαίνουν και τ' αγρίμια

Όταν χάνουν αυτό που αγαπούν

Και ένα γυάλινο δάκρυ φυτρώνει στο κίτρινο μάτι τους



Γιώργος Μαρκόπουλος

Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2014






Η  ΞΕΣΚΙΣΜΕΝΗ  ΚΑΡΔΙΑ

Βολεύεται  μ’ αυτό  τον  τρόπο
Έχει  τόσο  φόβο  για  τις  κουβέρτες
Για  τις  κουβέρτες  τις  μπλε  του  ουρανού
Και  για  τα  μαξιλάρια  των  συννέφων
Είναι  άσκημα  σκεπασμένος  απ’ την  πίστη  του
Φοβάται  τόσο  τα  λοξά  βήματα
Και  οι  δρόμοι  φτιαγμένοι  μέσα  στον  πάγο
Είναι  πολύ  μικρός  για  το  χειμώνα
Φοβάται  τόσο  πολύ  το  κρύο
Είναι  διαφανής  μέσα  στον  πάγο
Ο  καιρός  τον  κυλά  μέσα  στα  κύματά  του
Καμιά  φορά  το  αίμα  του  ανάποδα  γυρνάει
Και  τα  δάκρυά  του  λεκιάζουν  τη  γραμμή
Το  χέρι  του  μαζεύει  δώρα  που  πρασινίζουν
Και  μπουκέτα  φύκια  απ’ τις  ακρογιαλιές
Η  πίστη  του  είναι  ένας  θάμνος  απ’ αγκάθια
Τα  χέρια  του  ματώνουν  πάνω  στην  καρδιά  του
Τα  μάτια  του  χάσανε  το  φως
Και  τα  πόδια  του  σέρνονται  πάνω  στη  θάλασσα
Όπως  τα  χέρια  των  πεθαμένων  χταποδιών
Είναι  χαμένος  μέσα  στο  σύμπαν
Σκοντάφτει  πάνω  στις  πολιτείες
Πάνω  στον  εαυτό  του  και  στα  πλάτη  του
Προσευχηθείτε  λοιπόν  ώστε  ο  Kύριος
Να  σβήσει  για  παντοτινά
Αυτόν  τον  ίδιο μες  στις  αναμνήσεις



........PIERRE REVERDY.......
 ...............................................




ΜΟΥΣΙΚΗ

Ξέχειλη από σιωπή η απέραντη αίθουσα.
Και το πιάνο ήταν η μεγάλη, άγια Τράπεζα
όπου πάνω της, τα χέρια ενός άντρα, λιγνά κι ασυγκράτητα
κόβαν και μοίραζαν γύρω
τον άρτο της αιωνιότητας.



Τάσος Λειβαδίτης



....................................................................


ΕΠΙΜΥΘΙΟ

Ό,τι δεν πρόλαβε
να τραγουδήσει η αστραπή
το αφηγείται
με υπομονή η στάχτη.



Γιώργος Στάμος


………………………………………….







Ενοικιάζεται κορμί
Περιορισμένων τετραγωνικών
Διαμπερές από τραύματα
Σε καλή κατάσταση
Πρόσφατα ανακαινισμένο
Φρεσκοβαμμένο
Με εσωτερική αυτόνομη θέρμανση
Εξωτερική μόνωση
Σε περιοχή ήσυχη
Με θέα σε πάρκο
Ελαφρώς επιπλωμένο
Χωρίς αναμνήσεις
Τιμή λογική
Εξαιρούνται οικογένειες
Προτιμώνται τύποι μοναχικοί
Και μονόχνοτοι
Για ιδιοκατοίκηση
Πληροφορίες εντός


Aγγελική Λάλου
…………………………………………………


    XΩΡΙΣ ΓΥΡΙΣΜΟ

Ντυμένος την απύθμενη πνοή σου
στις θάλασσες των ματιών σου
ταξιδεύω
χωρίς γυρισμό.



Κώστας Πάτσης

………………………………………………….


BOYTIA

Μολις του ανοιξε την πορτα την φιλησε με λυσσα.
Βουτηξε ολος μεσα στο στομα της.
Επειτα εκεινη γινηκε θαλασσα. Άπατη.
Περασαν χρονια, υπερβολικα πολλα.

΄κεινη ακομη θαλασσα.
'κεινος ακομη Δυτης της.

Καθε που θα ανταμωθουν, η βουτια οπως η πρωτη παραμενει.

Και ποσο αυτος λυπαται που καποτε θα χαθουν!
Ο ενας θα πεθανει
κι ο αλλος κατω απο ενα δεντρο, σαν ξερόφυλλο, θα περιμενει
τη σειρα του
αναπολωντας τα νιατα του τα ζωηρα
και την Καλη του Αγαπη.



Καtia Tornay


………………………………………………………..




ΣΟΥ' ΚΛΕΨΑ

Φεύγοντας σου' κλεψα
την οδοντόβουρτσα.
Παλιά τριμμένη μισοφαγωμένη
δε φαντάζομαι
να σου έλειψε.

Καιρός ήταν
να πάρεις καινούργια.
Εγω κάθε πρωί
τα δόντια μου
με την οδοντόβουρτσά σου πλένω

στο στόμα μου
το στόμα σου
τη δική σου γεύση
φιλώντας.

Όσο καιρό μου κρατήσει
δε θα φύγει
από το στόμα μου
η γλώσσα σου.



Στέλλα Αλεξοπούλου

…………………………………………………..


ΧΩΡΙΣ ΨΥΧΗ ΤΟ ΦΙΛΙ

Το φιλί που παίρνουν τα χείλη
η ψυχή το χαίρεται.
Χωρίς ψυχή το φιλί
μοιάζει δαγκωματιά φιδιού
που σ΄ εξοστρακίζει απ΄τον παράδεισο.



Δημήτρης Κάβουρας

……………………………………………….



Τώρα θα ζω με το πουκάμισο που φόραγες
Με κείνον τον άνεμο που χάιδευε το πρόσωπό σου
Μαζί με τις ατέλειωτες στιγμές του έρωτά μας
Και κείνο το χωράφι στο νησί που τρέχαμε γυμνοί


Κώστας Αλευράς


………………………………………………..


       Το αναπηρικό καροτσάκι
            έτρεχε ιλιγγιωδώς
               στην άσφαλτο
           και δεν σταμάτησε
                  καθόλου
            να με πάει βόλτα
                 στο πάρκο
              που ανθίζουν
  μικρά τραυματισμένα χαμόγελα
            του Φθινοπώρου.




Μιχάλης Αγγελάκης

Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2014



Οι προδομένοι εραστές

Εγώ είχα τη λάμπα
κι εσύ είχες το φως
Ποιος πούλησε το φυτίλι ;




.....ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ.......
.............................




MΠΑΛΛΑΝΤΑ

Αυτή η γαλάζια
η τετράγωνη
στιγμή
που με περιέχει

είναι ζάρι
ζεστό

στη φούχτα
μιας γυναίκας
με ανέσπερα
μαλλιά




Νάσος Βαγενάς

...................................................................



  Τυχοδιώκτης των πέντε αισθήσεων

Δε χρειάστηκε να φύγω μακριά
  Στη Σαμαρκάνδη
  Στη θάλασσα του Μπέρινγκ
  Στη γη του πυρός
Για να παίξω τη ζωή μου κορώνα γράμματα
Το άγνωστο είναι παντού
Γύρω μου
Και μέσα μου
Συνεχώς



Σάκης Τότλης
................................................................


 
Ας απεργήσει όσο θέλει η ΔΕΗ
όνειρα βλέπουμε και στο σκοτάδι.



Μανόλο


..................................................................


ΤΟ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙ

Δες.
Το αλάτι που έγλυψα απ' το λαιμό σου
Έγινε σταγόνα σιρόπι κάτω απ' τη γλώσσα μου
Κι έμεινε εκεί.
Μεγάλωσε και πύκνωσε.
Κάτω απ' τη γλώσσα μου κρυμμένο
ένα μαργαριτάρι.



Άννα-Μαρία Παπαδοπούλου



..............................................................................








TO ΦΟΡΕΜΑ ΣΟΥ

Άσπρο καραβίσιο πανί
Το φόρεμά σου
Γράφει θαλασσινά ταξίδια

Το στήθος σου δυο κύματα
Κρυφά
Με βουλιάζουν.



Αυγερινός Μαυριώτης


....................................................................

 Ο ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΚΙΝΗΣΕΩΝ

Αγγίγματα αποκομμένα απ΄το συναίσθημα
χάιδεψαν κι απόψε τη σάρκα σου.
Τίποτα περισσότερο δεν ζητάς,
έμαθες να αρκείσαι στα λίγα.
Ποιός ξέρει πόσα ημερόνυχτα βούλιαξες,
πόσες εβδομάδες σύρθηκες,
πόσους μήνες πένθησες, ίσως και χρόνια,
μέχρι να πάψεις να θυμάσαι,
να πάψεις να αποζητάς,
να πάψεις να αγαπάς.
Έχεις πιά πειστεί πως έχεις
τον έλεγχο των κινήσεων,
τον έλεγχο γενικώς....
Έχεις αναβαθμιστεί σε ανθεκτικότερη έκδοση
κι αν καμιά φορά καταλάβεις πως εκπίπτεις, κοιτάς κατάματα τα αγάλματα και συνέρχεσαι.
Άλλωστε πάντοτε τα θαύμαζες,
τώρα έγινες όμοια με αυτά.
   



Κωνσταντίνα Βουβόλα

 

.........................................................................




ΥΠΕΡΒΑΛΛΩΝ ΖΗΛΟΣ

Τον κατηγόρησαν για απληστία
Είχαν δίκιο
Με τι θράσος απαιτεί κάποιος σήμερα
ένα μπαλκόνι με θέα στη θάλασσα
ένα μπουκάλι κρασί
και μια ξανθιά νεράιδα
να τον φιλάει στο στόμα;



Μάκης Γιουρτζόγλου


Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2014





ΕΧΟΥΝΕ ΟΛΑ ΕΙΠΩΘΕΙ ΕΚΑΤΟ ΦΟΡΕΣ               

Έχουνε όλα ειπωθεί εκατό φορές
Και μάλιστα καλύτερ’ από μένα
Αν λοιπόν γράφω στίχους
Είναι γιατί μ’ αρέσει
Είναι γιατί μ’ αρέσει
Είναι γιατί μ’ αρέσει
Να μπαίνω στο ρουθούνι σας.





ΒΟRIS VIAN


{μεταφ:Aντώνης Φωστιέρης
Θανάσης Θ.Νιάρχος}



Απέραντη θλίψη
καθώς συναντάς
τα όνειρα
ενός ουρανού
που θέλει
να αλλάξει χρώμα.

 

Ντίνα  Γεωργαντοπούλου.

............................................................


AΠΟΧΩΡΙΣΜΟΣ

Όπως  τα πεύκα που χάνονται στη νύχτα
το πρόσωπό σου σβήνει, τα μάτια σου
δε λάμπoυν πια.

Σφυρίζει το τρένο, διαλύεται ο άσπρος καπνός
μέσα στη νύχτα'  μόνος
απέμεινα στον έρημο σταθμό.




Γεράσιμος Ρομποτής

.................................................



Αφροδίτη

Για να με αγγίξεις
πρέπει να ξεγελάσεις τον δεσμώτη μου.
Για να σε αγγίξω
δούλοι προαιώνιοι
να δουλέψουν υπερωρίες.
Μονάχα κοίτα με λοιπόν.
Και θαύμασέ με.
Έχει άλλη γλύκα
το χάδι που δε δόθηκε.



Aφροδίτη Λυμπέρη

..................................................................



ΣΑΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ

Σαν τα πουλιά που αναζητούν μια πλώρη καραβιού
   για να κουρνιάσουν,
χαμένα μισοπέλαγα, με κόντρα καιρό, χωρίς ελπίδες
   ξηράς,
ψάχνω να βρω ένα κορμί να ξαποστάσω,
μιαν αγκαλιά, για να ζεστάνω τη γύμνια μου.



Τάσος Κόρφης





ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ

Toυ έρωτα
πρέπει να του δινόμαστε γυμνοί
όπως δινόμαστε στον ύπνο και στο θάνατο, γιατί
ο έρωτας θαρρώ είναι η μόνη
                        μεταλαβιά
                                 αιωνιότητας∙ ο έρωτας
είναι η λύτρωση του τέλειου χορού, είναι
                       η αγαλλίαση
                                του Καιρού.


Γιάννης Υφαντής

...............................................................................

Η ζωή μία στιγμή, ένας αέρας αυγινός.
Και η θάλασσα τόσο πλατιά, απέραντη για να μερεύει το μυαλό.
Που αρχίζει το φως ; Που τελειώνει η θλίψη ;
Eτοιμαζόμουν πάλι να ταξιδέψω στων ματιών σου τα μωβ σύννεφα.
Μα τα φτερά είναι πάντα αδύναμα,
μία μολυβένια πόρτα φράζει το άπειρο.

Τώρα βρέχει.
Στα χείλη σου ανθίζει το φθινόπωρο.
Της χαμένης αθωότητας τα μικρά θραύσματα λαμπυρίζουν
σαν τις σταγόνες της βροχής στις πευκοβελόνες.
Και στην αέναη κίνησή σου εσύ,
μόνο εσύ,
να φέγγεις μέσα στον κόσμο...



'Ελυα Βερυκίου
................................................................

ΟΙ KΑΚΟΙ ΕΜΠΟΡΟΙ

Κύριε είμαστε άνθρωποι απλοί
πουλούσαμε υφάσματα,
<κι' η ψυχή μας
ήταν το ύφασμα που δεν τ' αγόρασε κανείς>.
Την τιμή δεν κανονίζαμε απ’ την ούγια
η πήχη και τα ρούπια ήταν σωστά
τα ρετάλια δεν τα δώσαμε μισοτιμής ποτέ:
η αμαρτία μας .

Είχαμε μόνο ποιότητας πραμάτεια.
Έφτανε στη ζωή μας μια στενή γωνιά
- πιάνουν στη γη λίγο τόπο τα πολύτιμα.
Τώρα με την ίδια πήχη που μετρήσαμε
μέτρησε μας’ δε μεγαλώσαμε το εμπορικό μας.
Κύριε, σταθήκαμε έμποροι κακοί!.


Δ.I.Αντωνίου

......................................................................


ΤΕΣΣΕΡΑ ΧΑΪΚΟΥ

Μέρα και νύχτα
με σκοινί αόρατο
κάποιος μας δένει.

Άκουγα κουπιά
χωρίς να βλέπω βάρκα
μέσα στο πούσι.

Ουρά παγωνιού
σε πισινό μαϊμούς
τούτος ο κόσμος.

Όλοι χωράμε
οι ζωντανοί κι οι νεκροί
σ' ένα ποίημα.




Γιώργης Παυλόπουλος


......................................................

ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΣΕΩΣ

Κι εσύ που ξέρεις από ποίηση
κι εγώ που δεν διαβάζω
κινδυνεύουμε.
Εσύ να χάσεις τα ποιήματα
κι εγώ τις αφορμές τους.



Μιχάλης Γκανάς

....................................................


Ο,ΤΙ ΔΑΚΡΥΖΕΙ

Ο,τι δακρύζει
Δεν είναι κάποια θύμηση
Που γέρνει μαραμένη
Πάνω στα βλέφαρά μας
Αλλά ένα όνομα
Που τόσο αγαπήσαμε
Και δεν μπορούμε πια να το προφέρουμε
Κι αλίμονο απομένει
Σαν λίγο χιόνι που έλιωσε
Μέσα στη χούφτα μας.



Τάκης Βαρβιτσιώτης

.......................................................................

              Η ΒΕΡΑΝΤΑ

Αυτή η βεράντα που περάσαμε ένα βράδυ
κατάμονοι μες στην ερημωμένη πόλη
αυτή η βεράντα μες στο καλοκαίρι
είναι η μόνη ανάμνηση που απόμεινε
τώρα που ο άνεμος σηκώνεται και φέρνει σκόνη



Αλέξης Ασλάνογλου


Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2014




ΤΡΑΓΟΥΔΙ  ΝΤΑΝΤΑ

                        Ι

To  τραγούδι  ενός  ντανταϊστή
που  είχε  το  νταντά  μες  στην  καρδιά
κούραζε  πολύ  το  μοτέρ  του
που  είχε  νταντά  μες  στην  καρδιά

το  ασανσέρ  κουβαλούσε  ένα  βασιλιά
βαρύ  εύθραυστο  φθινόπωρο
έκοψε  το  μεγάλο  του  δεξί  μπράτσο
και  το’ στειλε  στον  πάπα  στη  Ρώμη

γι’ αυτό  το  λόγο
το  ασανσέρ
δεν  είχε  πια  νταντά  μες  στην  καρδιά

να  φάτε  σοκολάτα
πλύνετε  τον  εγκέφαλό  σας
νταντά
νταντά
πιείτε  και  νεράκι





                        ΙΙ

Το  τραγούδι  ενός  ντανταϊστή
που  ήταν  όχι  χαρούμενος 
όχι  και  λυπημένος
και  αγαπούσε  μια  ποδηλάτισσα
όχι  χαρούμενη  και όχι  λυπημένη

μα  την  πρωτοχρονιά  ο  σύζυγος
που  όλα  τα  ήξερε  μέσα  σε  μια  κρίση
έστειλε  στο  Βατικανό
τα  δυο  κορμιά  τους  μέσα  σε  τρεις  βαλίτσες

ούτε  ο  εραστής 
ούτε  η  ποδηλάτισσα
δεν  ήταν  πια  χαρούμενοι
ούτε  και  λυπημένοι

φάτε  ωραία  κεφαλάκια
πλύνετε  το  στρατιώτη  σας
νταντά
νταντά
πιείτε  και  νεράκι





                        III

το  τραγούδι  ενός  ποδηλάτη
που  ήταν  από  καρδιάς  νταντά
κι  ήταν  λοιπόν  ντανταϊστής
όπως  όλοι  οι  νταντά  από  καρδιάς

ένα  φίδι  φόραγε  γάντια
έκλεισε  γρήγορα  την  δικλείδα
έβαλε  τα  γάντια  με  το  φιδίσιo  δέρμα
και  πήγε   τον  πάπα  ν’ αγκαλιάσει

είναι  συγκινητικό
κοιλιά  λουλουδιασμένη
δεν  είχε  πια  νταντά  μες  στην  καρδιά

να  πιείτε  γάλα  των  πουλιών
να  πλύνετε  τις  σοκολάτες  σας
νταντά
νταντά
φάτε  και  μοσχαράκι



TRISTAN TZARA



                                                  Του Αρνιού

Έτσι γνωρίσαμε το βάδισμα του ανέμου και της ψυχής:  αρνί ταλαντευόμενο με το τσιγκέλι στριμμένο κατά τον ουρανό και τα ποδάρια τεντωμένα ν’ ανασαλεύουν το ματωμένο χόρτο.


Μάριον Εμμανουέλα Μανιού