Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2014

ΠΡΟΣΕΥΧΗ

Ρίξε με μέσα σ' ένα σύννεφο Θεέ μου


όμως μη με κάνεις μια σταγόνα βροχής

δε θέλω να γυρίσω στη γη

ρίξε μέσα σ' ένα λουλούδι Θεέ μου


όμως μη με κάνεις μέλισσα

θα πέθαινα απ' την υπερβολή της επιμελημένης γλύκας

ρίξε μέσα σε μια λίμνη


όμως μη με κάνεις ψάρι Θεέ μου

δε θα μπορούσα να γίνω ψυχρόαιμος

ρίξε μέσα σ' ένα δάσος

σαν ένα κουκουνάρι πάνω στο γρασίδι

μην αφήσεις κοκκινοτρίχηδες σκιούρους να με βρουν


ρίξε μέσα σ' ένα ήσυχο σχήμα μιας πέτρας

μα όχι στο λιθόστρωτο ενός λονδρέζικου δρόμου
Θεέ μου ταράζομαι και δαγκώνω τοίχους
σ' αυτή την ξένη πόλη

εσύ που με ρίχνεις στη φωτιά

τράβηξέ με από τις φλόγες
κι ακούμπησέ με πάνω σ' ένα ήσυχο άσπρο σύννεφο



Bogdan Czaykowski                                                




                                             

Έχτισα πάνω στην άμμο
κι όλα γκρεμίστηκαν.
Έχτισα πάνω σε βράχο
κι όλα γκρεμίστηκαν.
Τώρα όταν θα χτίζω
θα ξεκινώ
απ' τον καπνό της καμινάδας.




Leopold Staff


Mετανάστης έζησα
μισός εδώ, μισός εκεί.
Κάποιες νύχτες όμως ολόκληρος γινόμουνα.
Γενναιόδωρα αστέρια
φωτοτυπίες μου' στελναν
από μνήμες παιδικές. 
τα λουλούδια του χωριού,
παράπονο δεν έχω,
μου ταχυδρομούσαν
-πάντα στον ύπνο-
χρώματα και αρώματα.
Μετανάστης ήμουνα,
όλο το μήνα δούλευα,
Κυριακή το απόγευμα,
τρεις μπύρες έπινα
και ξανθές σκεφτόμουνα.
Ομολογώ, ανάγκη δεν το είχα.
Εμένα ανάγκη άλλη με πίεζε,
σύνταξη έγκαιρα και πλήρη
ν' αποκτήσω.
Στο χωριό μου γύρισα
μετανάστης πια δεν ήμουνα.
Μισός πάλι ήμουνα.
Παιδιά δεν είχα.
Γυναίκα δεν είχα.
Φίλους δεν είχα.
Αυλή δεν είχα.
Σύνταξη πλήρη όμως είχα,
κι ένα έμφραγμα μαζί.



Παναγιώτης Καρακούλης


………………………………


Στη μάχη του έρωτα
κλείνω το φως.
Θέλω σκοτάδι επίδεσμο
νύχτα τραυματιοφορέα.



Σπύρος Λαζαρίδης


…………………………………….


Σε προπολεμικά φάκελα
σου έστελνα χαιρετίσματα
Μετά , βρήκαμε τον τρόπο μας



Κωστής Νικολάκης


…………………………………….



Πόσες πενιές
να συλλαβίσω στο μπουζούκι μου
για να σε μάθω.



Δημήτρης Παπακώστας


…………………………………….



πι πι το παπί



Τον πατέρα μου δεν τον γνώρισα ποτέ
έμοιαζε, λένε, αποδημητικός
η μάνα μου από αριστοκρατική οικογένεια
δεν «ήτο ηθικόν» να κλωσάει μπάσταρδα
μεγάλωσα σε ράμφος πελαργού
χωρίς παραλήπτη
κατέληξα σε αναμορφωτήριο πτηνών
μου έμπηγαν στον κόκκυγα φτερά παγωνιού
μου μάθαιναν να κλίνω: η γλαυξ, της γλαυκός
ανεπίδεκτη υιοθεσίας
ανάξια κλουβιού
στολίζω σήμερα σύρματα
ηλεκτροφόρα
μαδώ τα πούπουλά μου
γεμίζω μαξιλάρια βεράντας
ζευγαρώνω με παπαγάλους Σενεγάλης
γεννάω τηγανητά αυγά
τη βγάζω με ψίχουλα περαστικών [κουλούρια - σταφιδόψωμα]
μα κάθε μέρα σχεδόν περνώ και από ’κείνον τον παραμυθά
που επιμένει να πιστεύει ότι θα γίνω κύκνος



Nίκη Χαλκιαδάκη


…………………………………………

ΕΞ ΟΥΡΑΝΟΥ

Όσα φουγάρα
κι αν στρέψουμε
στον ουρανό
-εμείς
οι άνθρωποι-
αυτός
θα συνεχίσει
να έχει
μιαν ηλιόλουστη μέρα
για κείνον
που την αποζητά



Στάθης Ιντζές

……………………………………..


Tα κλωσσόπουλα

Τρέχουν
Συναγωνιστικά
Στο φως
Ή στο 
Κάλεσμα της τροφής
Τα νέα
Κλωσσόπουλα`

Μα γίναν κιόλα
Θύελλα από
Φύλλα
Ξερά
Που τα παρασέρνει
Βίαιος
Άνεμος.



Νίκος Φωκάς


……………………………………..


Aπ' την πορεία της ρέγγας

Η ρέγγα τυλιγμένη στην παλιά εφημερίδα.
Όλο τον χρόνο τρεφόταν με πλαγκτόν
την κυνηγούσαν Νορβηγοί, Αμερικάνοι, Ρώσοι και Δανοί.
Ο άνθρωπος που τη βαστά κρεμιέται στο λεωφορείο`
από μια τρίχα κρεμιέται στη ζωή του.
Μία ζωή κι αυτός κυνηγημένος.



Γιάννης Πατίλης



………………………………………….


Έλειψες πολύ 
αυτή τη φορά.
Μια τρύπα στον τοίχο
η απουσία σου,
χωρίς το καρφί
για να κρεμάω
τη θλίψη μου.




Γιάννης  Μ. Στρατούλιας

Τρίτη 30 Δεκεμβρίου 2014



H Aιτία

Mέθυσα Θε μου
Χθες βράδυ
Μέθυσα
Αιτία του κακού
Μήτε τα ποιήματα μήτε κ’ οι καντάδες
Μήτε τ’ ανέρωτο ρακί
Μήτε ο έρωτας
Μήτε το παλιό κρασί
Τίποτ’ απ’ όλα αυτά

Αιτία του κακού
Τα λαϊκά τραγούδια
Τα λαϊκά τραγούδια



Χασάν Χιμσέκ


{ μετάφραση: Τ.Λ}


MIA XΑΡΑ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΕΣ

Μια χαρά τα κατάφερες
να κάνεις αποικία το κορμί μου
δυνάστεψες απάνω μου
όσο ο νεωτερισμός της αποικίας κράτησε
ώσπου αποθησαύρισες ό,τι όμορφο υπήρξε
κι ένα καλό πρωί εξαφανίστηκες

Ίσως να βρήκες νέο έδαφος
καινούργιους χώρους για λεηλασία.



Λευτέρης Παπαστυλιανού


.............................................................................







      ΤΑ ΠΑΤΗΤΗΡΙΑ

μπαίνω κρυφά στην έρημη αποθήκη

παλιά βαρέλια και
                            μαδέρια σκόρπια
νιώθω τη μυρωδιά του σάπιου ξύλου
και του ξινού κρασιού
                                  -και το κορίτσι
βγάζοντας το κεφάλι απ' το βαρέλι
δεν έχουν τρύγο λέει στον κάτω κόσμο
δεν έχουν πατητήρια δε γιορτάζουν

και με κοιτάζει με θλιμμένα μάτια



Ορέστης Αλεξάκης

..............................................................................................


ΕΡΩΤΙΚΟ

Έσπρωξα πίσω τη μοναξιά μου
συναντώντας μπροστά μου τη γυναίκα.
Βραδιάζοντας μέσα της εικόνες
από θαλασσινά τοπία
νερά λευκά που τα χρωμάτιζε στο φίλντισί της η σελήνη.
Κι απάνωθέ τους γαλαχτότερος
ξενυχτισμένος γλάρος
ο έρωτας μου.



Γιώργος Μοράρης
.......................................................................




Tώρα πέθανα πιά. Ησυχάστε
Το σώμα μου λιώνει πολύ πιο κάτω
από υπόγεια σινεμά και ταβέρνες.
Μόνο να, ο υπόγειος σιδηρόδρομος
    χείμαρρος
τον ύπνο μου ταράζει.



Γιώργος Χρονάς


............................................................


ΠΥΡΚΑΓΙΑ

Πέταξες το τσιγάρο σου
στ' αθώο μου χωράφι
και το λαμπάδιασες...


Βασίλης Μ. Νικολαΐδης


...................................................................





ΣΤΗ ΦΛΩΡΕΝΤΙΑ

Το βλέμμα της
έγινε μουγγό χελιδόνι και πέταξε
μόλις φέραν οι γρήγοροι φόβοι
τον έρωτα



Αντώνης Ρίζος


.................................................................


        EΠΙΝΙΚΙΟ

Απόψε δεν θα ρθω. Χαίρομαι τόσο
να σε σκέφτομαι στην απορία σου
να βλέπεις το ρολόι με αγανάχτηση.

Απόψε που θα περιμένεις μπρός στο σινεμά
δεν σου ζητώ να καταλάβεις τι σημαίνει
μια μικρή, πρόσκαιρη νίκη
γι' αυτούς που έχουν κατά κράτος ηττηθεί.



Νίκος Βασιλειάδης


....................................................................................





Ευγνωμονώ τις ελλείψεις μου
ό,τι μου λείπει με προστατεύει
από κείνο που θα χάσω
όλες οι ικανότητές μου
που ξεράθηκαν στο αφρόντιστο χωράφι της ζωής
με προφυλάσσουν από κινήσεις στο κενό
άχρηστες, ανούσιες.
Ό,τι μου λείπει με διδάσκει
ό,τι μου ‘χει απομείνει
μ’ αποπροσανατολίζει
γιατί μου προβάλλει εικόνες απ’ το παρελθόν
σαν να ‘ταν υποσχέσεις για το μέλλον.
Δεν μπορώ, δεν τολμώ
ούτ’ έναν άγγελο περαστικό
να φανταστώ γιατί εγώ
σ’ άλλον πλανήτη, χωρίς αγγέλους
κατεβαίνω.
Η αγάπη, από λαχτάρα που ήταν
έγινε φίλη καλή
μαζί γευόμαστε τη μελαγχολία του Χρόνου.
Στέρησέ με -παρακαλώ το Άγνωστο-
στέρησέ με κι άλλο
για να επιζήσω.



Kατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ 


Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2014


Tελειώνει ο Αύγουστος, ολοένα ξεκαρφώνεται
Μετατοπίζεται σ' ένα Σεπτέμβρη αγερινό.
Πώς να τη δέσω αυτή τη μνήμη που δεν πιάνεται.
Νύχτα πραγματικότητα αδυσώπητη.
Παιδιά δεν έχω, όλα τα πήρε το ποτάμι σου.
Οι σπόροι μου μεσ' στο αίμα σου καταποντίστηκαν
την ώρα που άγγιζα τα χέρια σου
και μέσα μου ορθωνότανε σαν τιμωρία η θάλασσα.



Τάκης Σινόπουλος


…………………………………………………………


Kαι πώς να εξουδετερώσω τις νάρκες των ματιών σου
εγώ ο μαθητευόμενος ναρκαλιευτής ;
......
Σε ψάχνω στις φωνές των ελαιώνων
κι εσύ που αποκρίνεσαι στα κύματα...
......
Η σιωπή των άστρων, η γεμάτη μυστικές φωνές
με κάλεσε κι απόψε στο ακρογυάλι σου
.....
Ας μην κοιτάξουμε στα μάτια ο ένας τον άλλον'
αδύνατο να βρούμε ποιός ο Ιησούς και ποιος ο Ιούδας



Δημήτρης Ι. Καραμβάλης
……………………………………………

λεπτή πολύχρωμη κλωστή

από τα παιδικά σου χρόνια
ξύπνησες πλάι μου
και μέσα στο σκοτάδι λάμπεις
με τις οικείες κινήσεις των χεριών σου
με χώρες μακρινές
να φτερουγίζουν στην ανάσα σου.
ξύπνησες πλάι μου με θαύματα μικρά
και μέσα στο σκοτάδι λάμπεις
λεπτή πολύχρωμη κλωστή
που με κρατάει ακέραιο
πάνω απ’ την άβυσσο



Tόλης Νικηφόρου

…………………………………………..


            αdadgio
     <αντί επιλόγου>

          Σε θέλω
   ως σύννεφό μου
  που σαν το στίψω
          ξεδιψώ.
  Λίμνη ακύμαντη
των εναλλαγών μου
          γαλήνη.




Βάιος Νικιώτης



.........................................................................................


Η ΣΚΕΨΗ ΜΟΥ ΒΥΘΙΣΤΗΚΕ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΣΟΥ

Τα χέρια σου-το μήκος των δακτύλων-δεν μ΄αφήνουν
να ησυχάσω τα βράδια.
Προσπαθώ να ονειρευτώ όταν για πρώτη φορά μ΄ακούμπησαν,
μ’έπαιξαν , μ΄απογείωσαν.
Τα χέρια σου έχουν ωραία γεύση.
Με βασανίζουν έτσι που μου λείπουν τα βράδια και τα πρωινά.
Τα φωτογράφισα με τη μνήμη τότε που τα φιλούσα για ώρες.
Και πάλι δεν τα χόρταινα.



Aσημίνα Ξηρογιάννη

………………………………………………………….


ΟΙ ΑΛΛΟΙ, ΟΧΙ ΕΓΩ

Οι γέροι
οι τρελοί
και οι ετοιμοθάνατοι
παραμιλάνε

Εγώ,
σκέφτομαι μόνο δυνατά.



Ντίνα Καραβίτη

…………………………………………………………


Ε OXI ΠΙΑ

Ε όχι
φτάνει πια
να λες πως ειν' πουλιά
αυτά
που φεύγουν στο νοτιά!

Είναι κάλτσες π' άρπαξε ο βοριάς
από το σύρμα.
Το μάθαμε πια-
πήρε και τις δικές μας.



Κώστας Χρυσός


………………………………………..


EΠΙΛΟΓΟΣ

Όλη τη νύχτα υλοτομούσα το κορμί σου
με βρήκε το πρωί κομματιασμένο
ανάμεσα στις τρομερές
σκλήθρες της ομορφιάς σου




Στάθης Κουτσούνης



.........................................................................


Σήμερα ένας τζίτζικας
μας κάνει την τιμή
να παίξει στην αυλή μας



Νίκος Γαζέπης


OTAN ME EIΔΕ

'Οταν άξαφνα με είδε να στέκομαι
αντίκρυ της, μόνος, αμήχανος με 
σταυρωμένα τα χέρια, με γνώρισε
η θάλασσα. Εγώ είμαι, της είπα,
εγώ, δεν κάνεις λάθος. Μη βλέπεις
το φαγωμένο μου πρόσωπο, έχει
κι η ζωή την αρμύρα της. Μια 
βλέπεις τα βράχια, μια βλέπεις εμένα.
Δεν κάνεις λάθος! Φωλιάζουν
πουλιά μες στις ρυτίδες μου.



Νικηφόρος Βρετάκος                    


……………………………………

TO  <<ΥΠΟΒΡYΧΙΟ >>

Καταργήσαμε τώρα
τις ονομαστικές γιορτές
τις φιλικές συγκεντρώσεις
με το γλυκό του κουταλιού
με τη βανίλια στο ποτήρι.

όμως
εκείνο το υποβρύχιο
είχε στον πύργο ένα τηλεσκόπιο
ένα μάτι που  έβλεπε κόσμο.



Δημήτρης Γαλάνης                                 


…………………………………..


Μοίρασε τα υπάρχοντά σου, κρατώντας για τον
εαυτό σου τη μερίδα του λέοντος: τη μνήμη
των ωραίων ημερών.



Τάκης Ελευθεριάδης                               



……………………………………………….


Τώρα ρακένδυτοι ουρανοί με δεκανίκια σύννεφα
και καναρίνια ηλεκτρικά, που φτερουγίζουνε ασθμαίνοντας
μέσα απ'τα δάση των ματιών σου.

Θα είμαι εδώ,αν μείνεις μόνη σ'αυτή την πόλη
να υπερασπίζεσαι τη μελαγχολία της Κυριακής




Τάκης Φάβιος



...............................................................





Δυο ηλιοτρόπια 
χαρίσανε στον ήλιο
το πρώτο καλοκαιρινό τους
δάκρυ.                                         



Μάχη Μουζάκη

Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2014


                       ΑΥΡΑ ΝΑΥΤΙΚΗ


Η σάρκα είναι λυπημένη, αλίμονο ! και τα βιβλία μου όλα διαβασμένα.
Να φύγω ! εκεί μακριά να φύγω ! Aiσθάνομαι πως τα πουλιά είναι μεθυσμένα
Να βρίσκονται ανάμεσα σε αφρούς και ουρανούς !
Τίποτε, ούτε οι γέρικοι ήλιοι που αντανακλούν στα μάτια
Δε θα κρατήσει  την καρδιά βρεγμένη απ’ τα κύματα
Ω νύχτες !  ούτε το έρημο φως της λάμπας που έχω εγώ
Πάνω στο άδειο το χαρτί που υπερασπίζει το λευκό
Κι ούτε η νέα γυναίκα που θηλάζει το μωρό.
Θα φύγω ! Ατμόπλοιο που τις αντένες σου κουνάς,
Σήκωσε την άγκυρα σε φύση εξωτική για να με πας ! 
Πιστεύει  πάνω στα μαντήλια ακόμα στο αντίο
Μια Στεναχώρια, απεγνωσμένη απ’ τις σκληρές ελπίδες!
Και, ίσως, τα κατάρτια, που προσκαλούν τις καταιγίδες
Να είναι απ’ αυτά που ένας αέρας τα γέρνει  στα ναυάγια
Χαμένα, χωρίς ιστία, χωρίς ιστία. Ούτε  εύφορα νησιά…
Αλλά , άκου το τραγούδι που λεν οι ναύτες, ω καρδιά  !





Stephane Mallarme


O TOΞΟΤΗΣ

Το ουράνιο τόξο
Απ' τη φαρέτρα του σύμπαντος
Πήρε εφτά χρωματιστές σαΐτες,
Και σημαδεύει τις μπόρες μας.



Γιάννης Δ. Αλεξίου

Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2014



                     ΒΕΙΝG  BEAUTEOUS
                                                                                                      

Μπροστά  σε  μια  νιφάδα  χιονιού  μια  Ύπαρξη  της  Ομορφιάς  υψηλού  αναστήματος.  Σφυρίγματα  θανάτου  και  κύκλοι  υποχθόνιας  μουσικής
ανεβάζουν  φαρδαίνουν  και  τρεμουλιάζουν  σαν  ένα  φάντασμα  αυτό  το  λατρεμένο  κορμί,  κατακόκκινα  και  μαύρα  τραύματα  λάμπουν  μέσα  σε  περήφανες  σάρκες. Tα  χρώματα  τα  καθαρά  της  ζωής  σκουραίνουν,  χορεύουν  και  ελευθερώνονται  γύρω  από  το  Όραμα  πάνω  στην  αποθήκη.  Και  οι  φρίκες  σηκώνονται  και  βροντούν,  και  η  τρελή  νοστιμάδα  αυτών  των  εντυπώσεων  φορτώνεται  με  τα  θανατηφόρα  σφυρίγματα  και  με  τις  βραχνές  μουσικές  που  ο  κόσμος,  μακριά  πίσω  από  εμάς  εκτοξεύει  πάνω  στη  μητέρα  μας  της
Ομορφιάς,- αυτή  υποχωρεί, ανασηκώνεται. Ω  τα  κόκαλά  μας  έχουν  ξαναντυθεί  μ’ ένα  καινούργιο  ερωτιάρικο  κορμί.

                                              
                                            *
                                           **

Ω  το  σταχτί  πρόσωπο,  το  παράσημο  της  αλογότριχας,  τα  κρυστάλλινα  μπράτσα! Το  κανόνι  που  πάνω  του  πρέπει  να  ριχτώ  μέσα  από  το  ανακάτεμα  των  δέντρων  και  του  λεπτού  αέρα



ARTHUR RIMBAUD.........


    AIΩΝΙΑ ΖΑΛΗ

Παλιό ποτοποιείο η αγάπη μας
σε υπόγειο με νοίκι.
Κάθε λικέρ το ψήσαμε
στα δάκρυα της αλμύρας
κι έμεινε τ' άρωμα βαρύ
στους τοίχους και τα ράφια.
Κι όταν το νοίκι ακρίβυνε
και μείναμε στους δρόμους,
κρατήσαμε αιώνια
τη ζάλη απ' τα μεθύσια.



Γρηγόρης Χαλιακόπουλος


………………………………………………..



Σε περιβάλλω με μια μεγάλη αναμονή.
Σε περιέχω όπως τ’ αραχωβίτικο κιούπι το λάδι.
Σε ανασαίνω όπως ο θερμαστής του καραβιού ρουφάει
μες στα πλεμόνια του το δειλινό το μπάτη.
Σ’αγρικώ με την ίδια διάθεση που ο Ερυθρόδερμος
κολλάει το αυτί του χάμω, για ν’ ακούσει
τον καλπασμό του αλόγου.




Mάτση Χατζηλαζάρου


……………………………………………………….
 




AΠΟΠΕΙΡΑ ΔΙΚΑΙΩΣΗΣ

Η θάλασσα, σκούρα πράσινη, χώνευε ήσυχα
Το τελευταίο φως της ημέρας
Που τρυφερά αγκάλιαζε
Τ' αμπέλι με τα μικρά κυπαρίσσια...

Σ' αυτό το ήμερο τοπίο
Η ερωτική περίπτυξη
Δεν έμοιαζε καταφύγιο της μοναξιάς
Αποκτούσε γλυκύτερο νόημα.




Βασίλης Καραβίτης

………………………………….


Mια τεράστια ρόγα
είναι το καθένα
απ' τα δυο μικρούλικα
βυζάκια σου
Μια τεράστια φλόγα



Τάκης Σιδέρης


…………………………………………


σπάζω το δάκρυ μου
φυλακισμένα αστέρια
στο στήθος μου



Ζαχαρίας Φωτίου

…………………………………………



ΕΝΑ ΦΩΣ

Ένα μικρό κατάρτι
στη μέση της νύχτας
ωκεανός ο κόσμος'
ανύπαρκτος.
Μόνο ένα φως
στον χαμένο
ορίζοντα.



Γιώργος Ξανθάκος
………………………………………………..


ΣΑΝ ΗΛΙΟΣ ΩΡΑΙΟΣ ΛΑΜΠΕΡΟΣ

Σαν ήλιος ωραίος λαμπερός
κρέμεσαι στους βράχους
και γω ριγμένος στο φως
τρέχω ξυπόλυτος
γδυμένος τα πράγματα του κόσμου.



Σταύρος Μίχας.



…………………………………………………


Η επιμονή σου
να βασανίζεις το λόγο
να τον βάζεις' να αποδείξεις
-ντε και καλά-
ό,τι κάτι αξίζεις
σαν ποιητής.



Γιώργος Σταμούλης

Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2014



Ω θέλλω

Εκείνη
Πριγκηπικά πηγαίνει για ύπνο
Φορώντας πασούμια χωρίς νούμερο αφετηρίας
Το δωμάτιο
Χωρίς τέλη κυκλοφορίας το χαλί
Ταρακουνά το δωμάτιο τις μέρες
Χίλιες και μία τις νύχτες
Δεν θέλησε ποτέ να δει πίσω από
Την κουρτίνα
Εκείνη
Εγώ το δάχτυλο σου να τριγυρίζει
Το σχήμα ενός χάρτη μετρό
Χωρίς αριθμούς ταξινόμησης
Πού πηγαίνουμε άραγε;
Σε ποια παρένθεση ύπνου;
Εκείνη
Είναι ακριβή η πεποίθηση
Εκείνη
Έχει τίμημα
Εκείνη
Ακούς την δυστροπία της αμέλειας
Εκείνη
Το χαλί κάνει ένα μικρό ανασήκωμα στην γωνία
Από κάτω εκεί κρύβεται η απάντηση μιας μορφής
Χωρίς περίγραμμα
Εκείνη
Πριγκηπικά πηγαίνει για ύπνο
Φορώντας κόκκινο χρώμα στα νύχια
Εκείνη
Θα πέσει από το παράθυρο
Μια στιγμή οργασμού
Εκείνη
Την μόνη στιγμή που
Σταματάς να σκέφτεσαι
Εκείνη
Μόνο βιώνει

Εκείνη
Θα αφήσει την αμαξοστοιχία των δοντιών
Να μετεωρίσει την λέξη
Ανάμεσα σε δυο χείλη
Καμιά άρθρωση του συναίσθημα

Μαγκωμένο το σώμα στο προηγούμενο
Ω Θέλω
Ο μορφή
Ο ποτε
Α να
Και
Σιαμαία
Για τι
Συστρέφεται ο κατακόρυφος τονισμός
Και έξω όλη η πόλη
Ασυγκράτητη
Στο διαστημικό λεωφορείο
Φωτογραφίζει καταραμένα το κενό
Οθέλλο





Γεωργία Τρούλη


………………………………………………





ΠΟΙΗΜΑ

Πάνω στο σεντόνι
είμαι ένα ώριμο ροδάκινο
να περάσω μέσα απ' τα χείλη σου
ν' αφανιστώ στον ουρανίσκο σου
μεθυσμένη



Μυρτώ Αναγνωστοπούλου-Πισσαλίδου


………………………………………………..



ΤΟ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙ

Ψίχουλο ψίχουλο η ομορφιά σου λιγοστεύει
κι η μοναξιά σου χτίζεται από τους εραστές σου.
Η λήθη κυπαρίσσι, σου τρυπάει τον ουρανό σου
και τρέχει πανικόβλητη στην φλέβα του θανάτου



Κωσταντίνος  Ιωαννίδης


……………………………………………………





Πνίγομαι μέσα σε μια κούπα με καφέ
Κάποιος με ανακατεύει αφηρημένος
Μ' ανακατεύει μ' ανακατεύει
Δεν βλέπει που δεν λιώνω
Να με βγάλει να σωθώ



Αργύρης Χιόνης


…………………………………………………..






AΙΘΡΙΟ

Το μόνο αληθινό πάνω σου
Είναι τα δάκρυά σου

Σαν περιστέρια
Στο στήθος σου.



Θανάσης Θ. Νιάρχος




……………………………………………….


Το περιβόλι του κόρφου σου
Είναι η μόνη μνήμη που κρατώ
Από την εποχή που είχα αφή και γεύση



Δημήτρης Χαρίτος


………………………………………………..


ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ

Ήρεμος,
όταν κοιμάμαι ή σκέφτομαι
ανάμεσα στα δυό σου στήθη
πιστεύω στην μετεμψύχωση.
Κάπου στη επανάσταση του εικοσιένα...
Πρέπει να είχα ξαναζήσει...
Πρέπει εγώ να ήμουν ο Δυοβουνιώτης!



Άγγελος Ήβος


………………………………………………..




Δεν ήταν ο παγετός
δε σπάσανε τα κεραμίδια.
Η σκεπή άνοιξε για να φύγει
η ψυχή του. Να πετάξει.



Ανδρέας Ρούσης


………………………………………………






ΕΝΑ ΦΥΛΛΟ

Ένα φύλλο
μονάχο λικνίζεται στον αέρα
αντιστέκεται στην πτώση του
μάταια.
Κάποιοι εκεί
στην πράσινη χλόη
το περιμένουν εναγώνια
με ανοιχτές αγκάλες
με τρύπια χέρια.



Σέφης Αναστασάκος

Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014


ΑΥΤΟΣ  Ο  ΕΡΩΤΑΣ

Αυτός  ο  έρωτας
Τόσο  ορμητικός
Τόσο  εύθραυστος
Τόσο  απαλός
Τόσο  απεγνωσμένος
Αυτός  ο  έρωτας
Όμορφος  σαν  τη  μέρα
Κι  άθλιος  σαν  τον  καιρό
Όταν  ο  καιρός  είναι  κακός
Αυτός  ο  έρωτας  τόσο  αληθινός
Αυτός  ο  έρωτας  τόσο  ωραίος
Τόσο  ευτυχισμένος
Τόσο  εύθυμος
Και  τόσο  γελοίος
Tρέμοντας  από  φόβο  όπως  ένα  παιδί  μέσα  στο  σκοτάδι
Και  τόσο  σίγουρος  για  τον  εαυτό  του
Όπως  ένας  άντρας  ήσυχος  στη  μέση  της  νύχτας
Αυτός  ο  έρωτας  που  τρόμαζε  τους  άλλους
Που  τους  έκανε  να  μιλούν
Που  τους  έκανε  να  χλωμιάζουν
Αυτός  ο  έρωτας  που  τον  παραμονεύουν
Γιατί  κι  εμείς  τον  έχουμε  παραμονεύσει
Περικυκλωμένος ,τραυματισμένος ,ποδοπατημένος
   σκοτωμένος , απαρνημένος , ξεχασμένος
Γιατί  εμείς  τον  έχουμε  καταδιώξει  τραυματίσει  ποδοπατήσει
   σκοτώσει  απαρνηθεί  ξεχάσει
Αυτός  ο  έρωτας  ολόκληρος
Ακόμα  τόσο  ζωντανός
Και  τόσο  ηλιόλουστος
Είναι  ο  δικός  σου
Είναι  ο  δικός  μου
Αυτός  που  ήταν
Εκείνο  το  πράγμα  το  πάντα  νέο
Και  που  δεν  έχει  αλλάξει
Το  ίδιο  αληθινός  όσο κι  ένα  φυτό
Το  ίδιο  να  τρέμει  όσο  και  ένα  πουλί
Το  ίδιο  ζεστός  το  ίδιο  ζωντανός  όσο  και  το  καλοκαίρι
Μπορούμε  εμείς  οι  δυο
Να  φεύγουμε  και  να  ξαναγυρίζουμε
Μπορούμε  να  ξεχάσουμε 
Και  μετά  να  κοιμηθούμε  πάλι
Να  ξυπνήσουμε  να  υποφέρουμε  να  γεράσουμε
Κι  άλλο  να  κοιμηθούμε
Το  θάνατο  να  ονειρευτούμε
Να  ξυπνήσουμε  να  χαμογελάσουμε  και  να  γελάσουμε
Και  να  ξανανιώσουμε
Ο  έρωτας  μας  εκεί  στέκεται
Σα  μια  γαϊδούρα  πεισματάρης
Ζωντανός  όπως  ο  πόθος
Άσπλαχνος  όπως  η  μνήμη
Βλάκας  όπως  η  κλάψα
Τρυφερός  σαν  την  ανάμνηση
Κρύος  σαν  το  μάρμαρο
Όμορφος  σαν  τη  μέρα
Εύθραυστος  σαν  το  παιδί
Μας  κοιτά  χαμογελώντας
Και  μας  μιλά  χωρίς  να  λέει  τίποτα
Κι  εγώ  τρέμοντας  τον  ακούω
Και  φωνάζω
Φωνάζω  για  σένα
Φωνάζω  για  μένα
Σε  ικετεύω
Για  σένα  για  μένα  και  για  όλους  αυτούς  που  αγαπιούνται
Και  που  έχουν  αγαπηθεί
Ναι  του  φωνάζω
Για  σένα  για  μένα  και  για  όλους  τους  άλλους
Που  δεν  τους  γνωρίζω
Μείνε  εκεί
Εκεί  που  είσαι
Εκεί  που  ήσουν  παλιά
Μείνε  εκεί
Μην  κουνιέσαι
Να  μη  φύγεις
Εμείς  που  έχουμε  αγαπηθεί
Σε  έχουμε  ξεχάσει
Εσύ  μη  μας  ξεχνάς
Δεν  έχουμε  παρά  μόνο  εσένα  πάνω  στη  γη
Μη  μας  αφήσεις  να  γίνουμε  ψυχροί
Πολύ  πιο  μακριά  πάντα
Και  δεν  έχει  σημασία  σε  πιο  μέρος
Δώσε  μας  ένα  σημάδι  ζωής
Πολύ  πιο  αργά  στη  γωνιά  κάποιας  συστάδας
Μέσα  στο  δάσος  της  μνήμης
Ξεπρόβαλλε  απότομα
Τέντωσέ  μας  το  χέρι

Και  να  μας  σώσεις



....JACQUES PREVERT........



<μνημοτεχνική>

Η φευγαλέα εικόνα σου: μαλλιά κοντά αγορίστικα,
πράσινο βλέμμα, φόρεμα καφετί μέχρι τα γόνατα,
λευκοί αστράγαλοι, μπεζ πέδιλα ανοιχτά.

Για να συγκρατήσω καλύτερα την εικόνα σου
θα προσθέσω την εξής λεπτομέρεια: στο πέρασμά σου
ένα βυσινί λουλούδι μπουκαμβίλιας
έπεσε στον κήπο του διπλανού αρχοντικού.


Ιγνάτης Χουβαρδάς

………………………………………………………..

......

Mην ξαναφύγεις μακριά μου
Ούτε να το διανοηθείς ποτέ
Υπέμεινα βάσανα πολλά

Ελλιπής ο κόσμος μου
Λατρεμένο μου μουτράκι
Έλα τώρα εδώ σε περιμένω
Ισχνά τα χρόνια που περάσανε
Ψυχανεμίστηκα μια αλλιώτικη ζωή
Ερινύες με τριγύρισαν και πάθη
Σώπασε τώρα κι αγκάλιασέ με

.....


 Νέστορας Πουλάκος
……………………………………………….


H ΓΥΝΑΙΚΑ ΓΥΑΛΙ

Μπαμπά, μαμά, με φτάξατε
Από γυαλί.
Δε μεριμνήσατε για ένα
Πιο ανθεκτικό υλικο. Μ' αφήσατε
Στην τύχη μου
Και όλο τρέμετε για μένα
Μήπως σπάσω.

Και πιο πολύ, γιατί στο βάθος
Ξέρετε
Πως τα κομμάτια μου θα κόψουν
Το λαιμό σας.



Έλενα Πολυγένη

…………………………………………………


AΛΛΙΩΤΙΚΟΣ ΦΟΒΟΣ


Δέσαμε στο λιμάνι
από το φόβο των αγέρηδων.
Τώρα κλεισμένοι μες στο σπίτι
μας φοβίζουν τα αερικά.



Αντώνης Θ. Παπαδόπουλος

………………………………………….


Ο ΔΡΟΜΟΣ

                               Αυτός ο δρόμος,
                               δεν έχει γυρισμό,
                               δεν έχει τέρμα.
                               Αμέτρητα χιλιόμετρα,
                               τρέχεις μονάχος με το αμάξι.
                               Τώρα το ξέρεις,
                               όλα χάθηκαν
                               κι αφού δεν έμεινε,
                               καρδιά ν’ αντέξεις τη ζωή,
                               πατάς το γκάζι σαν τρελός στη λεωφόρο. 



Θεοχάρης Παπαδόπουλος



To ποίημα είναι καθαρή ψυχή
Άπλωμα θέλει στέγνωμα
Και σώμα να το φορέσει



Ηλίας Τσέχος


………………………………………..


ΠΟΙΗΤΕΣ

Ύποπτοι θαυματοποιοί
που πυροβολούν τις λέξεις-
και γίνονται πουλιά

Τάσος Λειβαδίτης


……………………………………………





ΔΙΑΚΟΠΕΣ

Κάθε μέρα αποζητώ
τη γεύση του κορμιού σου.
Κάθε ανάσα μου ψάχνει μονιά
στη λόχμη του λαιμού σου.
Όλα τα σ' αγαπώ μου τάματα
στα εύσαρκά σου χείλη.

Το σκονισμένο μου γραφείο
η απόγνωση του αγέννητου παιδιού
οι βαλίτσες στη έξοδο κινδύνου
θαμπώνουν στο ξέφωτο της αγκαλιάς σου.

Πώς να μην σ' αγαπώ;
Είναι ο μόνος τρόπος
πια
για να υπάρχω.



Δώρα Κασκάλη                       


……………………………………………….

ΜΕΙΝΕ


Γλίστρησε κρυφά, να μην το πάρει
είδηση ο φρουρός μου π’ αγρυπνά
κι ήρθε στο κελί μου το φεγγάρι.
Ήρθε και με βρήκε λυπημένο
κι ήτανε το χάδι του απαλό,
σαν γυναίκειο χέρι αγαπημένο.
Μείνε στο φτωχό μου το κελί,
φεγγαράκι, τι να σε τρατάρω;
Δεν μου μένει πια παρά η ψυχή
κι έχω τόσο ανήφορο να πάρω.




Φώτης Αγγουλές                        

Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2014



Να' ρχεσαι

Έλα ξανά και μύρισέ το
και ξαναέλα,
το τριαντάφυλλο που κρατεί
σφιχτά από τ' αγκάθια
το χέρι που στάζει
που το ποτίζει



Σωτήρης Ντανοβασίλης

Χριστούγεννα 

Δακρύζει 
ένα παιδί

κι ο κόσμος 
χάνει
το χρώμα του

σαν θάνατος 

και σαν πουλί
που σπαρταράει

στην ξόβεργα
 

Ιάσων Λειδινός


Τόσο που ήθελα το φιλί σου
σταγόνα βροχής θέλησα να γίνω να γλείφω τα χείλη
σου
όπως η νύχτα θα έλιωνε σταγόνες στα ξέσκεπα
μαλλιά σου
μα εσύ το πάταγες και το κλώτσαγες στις μικρές
λακκούβες του δρόμου




Ασημίνα Λαμπράκου

Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2014




ΕΝΑ ΦΙΛΙ

Δεν τόλμησα ποτέ
να σε φιλήσω
παρόλο που ήμασταν
πιο κοντά
απ' ότι οι βράχοι και το κύμα
παρόλο που έκρυβες στα μάτια σου
απέραντες θάλασσες.



Άρτεμις Βαζιργιαντζίκη


………………………………………………….





ΕΓΚΛΕΙΣΜΟΣ

< Το φως ανεβαίνει
έπειτα χαμηλώνει
έρχεται η νύχτα >

τα παντζούρια κλείνουν
στα παράθυρα δοκιμάζεις τις λαβές
-έκλεισαν;

σχεδόν προγραμματικά
τραβάς τις κουρτίνες.

Κάθε βράδυ υψώνεις τοίχους
που κλείνουν τη ψυχή μου.
- πότε χάνεται το φως;



Βασίλης Ζηλάκος

…………………………………………………..


ΡΑΓΙΣΜΑΤΑ

Το ποίημα είναι ένα κουρντιμένο παλιοπαίχνιδο
φτιαγμένο για να φτερουγίσει



Νίκος Καρούζος

……………………………………………………..


ΚΑΘΕ ΠΟΥ ΓΕΛΑΣ

Κάθε που γελάς
ένα γεράνι σκάει
στ' αντικρυνό περβάζι
Κάθε που στενάζεις
ένα κόκκινο μήλο
πέφτει στο χώμα



Θανάσης Ε. Μαρκόπουλος

……………………………………….



ΤΟ ΚΡΕΒΑΤΙ

Το κρεβάτι γουργουρίζει όταν ξαπλώνω
Μένει διακριτικά σιωπηλό όταν ξαπλώνω με άλλον.
Ξαναγουργουρίζει όταν αλλάζω σεντόνια.



Γιάννης Γκούμας


…………………………………………………….

Oι γυναίκες
Είναι
Σαν
Τη
Μουσική

Αριθμοί
Που
Δεν
Προς
Θέτονται



Νότης Γέροντας


…………………………………………………



ΤΟ ΑΣΠΡΟ ΑΛΟΓΟ

Γλίστρησε αστραπιαία μπρος απ΄τα μάτια του
πριν καλά καλά προλάβει να το συγκρατήσει
ο αμφιβληστροειδής
και το άσπρο άλογο θρυμματίστηκε μέσα στο φως.



Γ. Ξ. Στογιαννίδης


………………………………………………………….



Η ΑΠΑΓΓΕΛΙΑ

Κι αυτός ο στίχος
στιμμένη λεμονόκουπα

Για να ριχτώ στους δρόμους
ξεγυμνωμένη

Σ' ένα παραλήρημα ζωής



Μαρία Κούρση